Η ρί­ζα...

Ο Α­ντώ­νης Ρό­ζος (1705) όπως φαίνεται εί­ναι ο πρώ­τος Ρό­ζος Βερ­γου­βι­τσιώ­της α­πό ε­πί­ση­μη πη­γή.
ΠΑΝΑΓΗΣ ΡΟΖΟΣ
Αν πε­ρι­γρά­ψου­με το χα­ρα­κτή­ρα του μπο­ρού­με να πού­με ό­τι ή­ταν σο­βα­ρός φι­λα­λή­θης και συ­μπαθής στο χω­ριό του. Η γνώ­μη του ή­ταν σε­βα­στή ό­χι μό­νο στους Βερ­γου­βι­τσιώ­τες αλ­λά και στα γύ­ρω χω­ριά (υ­πό­θε­ση ο­ρί­ων Ευ­ρω­στί­νας).
Ο Α­ντώ­νης Ρό­ζος εί­χε γιό τον Βα­σί­λη. Για άλ­λα παι­δί­α δεν γνω­ρί­ζου­με
Γιάν­νης Ρό­ζος (1760)
Εί­χε γιο τον Θα­νά­ση Ι. Ρό­ζο (1790).
Ο Θα­νά­σης Ι. Ρό­ζος συμ­με­τεί­χε στον α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κό α­γώ­να και αποδεικνύεται από το πι­στο­ποι­η­τι­κό του ο­πλαρ­χη­γού Νι­κο­λά­ου Πε­τμε­ζά πε­ρί της δρά­σε­ώς του κα­τά το 1821, με η­με­ρο­μη­νί­α 24 Ια­νουα­ρί­ου 1823. Για α­πο­γό­νους του ο­πλαρ­χη­γού Θα­νά­ση Ρό­ζου δεν γνω­ρί­ζου­με.
Α­πό συμ­βό­λαια πε­ρί το 1890, βρίσκουμε Θα­νά­ση Ρό­ζο Βερ­γου­βι­τσιώ­της, έ­χο­ντας γιους τον Α­λέ­ξη, Κώ­στα, Γιάν­νη Σπύ­ρο και Γιώρ­γο (Ια­τρό). Ως α­δελ­φούς και κληρο­νό­μους του Α­θα­να­σί­ου Ρό­ζου α­να­φέ­ρο­νται στο 589 συμ­βό­λαιο του συμ­βο­λαιογρά­φου Σε­λιά­νας Χρή­στου Ρη­γό­που­λου το έ­τος 1899. Ε­πί­σης στο 9953 συμ­βό­λαιο του συμ­βο­λαιο­γρά­φου Σε­λιά­νας Χρή­στου Γιαν­νού­λη, α­να­φέ­ρε­ται ως μάρ­τυ­ρας ο Γε­ώρ­γιος Αθ. Ρό­ζος Ια­τρός κά­τοι­κος Βερ­γου­βί­τσας.
Τα ονόματα Θα­νά­σης και Γιάν­νης που συναντάμε στα παραπάνω συμ­βο­λαία, μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι μπορεί να είναι α­πό­γο­νοι του ο­πλαρ­χη­γού του ΄21 Α­θα­να­σί­ου Ι. Ρό­ζου χωρίς όμως αυτό να αποδεικνύεται.
Ο Σπύ­ρος Αθ. Ρό­ζος ή­ταν ά­γα­μος. Α­πό­γο­νοι του Γιάν­νη και Γιώρ­γου με­τοί­κη­σαν α­πό την Βερ­γου­βί­τσα προς του Αι­γί­ου τα μέ­ρη.
Α­πό τον Α­λέ­ξη Αθ. Ρό­ζο έ­χου­με δύ­ο Κό­ρες τη Α­λε­ξάν­δρα και τη Βα­σι­λι­κή. Α­πό το 589 συμ­βό­λαιο του συμ­βο­λαιο­γρά­φου Σε­λιά­νας - Φελ­λό­ης Χρή­στου Ρη­γό­που­λου το 1899 πλη­ρο­φο­ρού­μα­στε ό­τι ο Α­λέ­ξης εί­χε πα­ντο­πω­λεί­ο στην πα­ρα­λί­α Αι­γεί­ρας.
Α­πό τον Κώ­στα Αθ. Ρό­ζο έ­χου­με τον Θα­νά­ση ο ο­ποί­ος έ­με­νε στην Αι­γεί­ρα, τον Αγα­μέ­μνων που α­πε­βί­ω­σε με­τα­νά­στης στην Α­με­ρι­κή στις αρ­χές του αιώ­να, τον Αν­δρέ­α που διέ­με­νε στην Πά­τρα και δύ­ο κό­ρες την Χα­ρί­κλεια και Πα­να­γιώ­τα που πα­ντρεύ­τη­καν στο Αί­γιο.
Α­πό τον Θα­νά­ση που ή­ταν κά­τοι­κος Αι­γεί­ρας και Βερ­γου­βί­τσας έ­χου­με τον Αγα­μέ­μνο­να, την Πα­ρα­σκευ­ή και την Ε­λέ­νη που δια­μέ­νουν στην Αι­γεί­ρα.
Βα­σί­λειος Ρό­ζος (1735) Γιός του Α­ντώ­νη, ό­πως α­πο­δει­κνύ­ε­ται α­πό παλαιά έ­γρα­φα εί­χε γιους τον Χρή­στο που έ­γι­νε πα­πάς και τον Γιώρ­γη. Ε­πί­σης υ­πάρ­χει και Α­να­γνώ­στης Ρό­ζος το 1828 χω­ρίς να γνω­ρί­ζου­με το πα­τρώ­νυ­μό του.
Οι Πα­πα- Χρή­στος Β. Ρό­ζος και Α­να­γνώ­στης Ρό­ζος α­πό δη­μό­σια έγ­γρα­φα που υ­πο­γρά­φουν, στις 12 Ια­νουα­ρί­ου 1828 ε­κλέ­γο­νται δη­μο­γέ­ρο­ντες στα Χά­σια {Τα χω­ριά του Δή­μου Φελ­λό­ης (συλ­λο­γή Βλα­χο­γιάν­νη φ. 272 φακ. Πε­τμε­ζέ­ων). Οι Δη­μο­γέ­ρο­ντες ε­κλέ­γο­νταν α­πό τους πο­λί­τες η­λι­κί­ας ά­νω των 25. Ε­κλό­γι­μοι ή­σαν οι πο­λί­τες ά­νω των 35 ε­τών και αυ­τοί που πλή­ρω­ναν τους πε­ρισ­σό­τε­ρους φό­ρους.}
Πα­παΧρή­στος Ρό­ζος (1760) Τον Πα­πα­-Χρηστο Ρό­ζο Ιε­ρέ­α, α­να­φέ­ρουν τα υπ’ α­ριθ. 16 και 174 συμ­βό­λαια, του συμ­βο­λαιο­γρα­φεί­ου Νω­νά­κρι­δος. Το υπ΄ α­ρίθ. 160 του 1838 του ι­δί­ου συμ­βο­λαιο­γρα­φεί­ου τον α­να­φέ­ρει ως “Χρί­στον Οι­κο­νό­μον του Βα­σι­λεί­ου Ε­φη­μέ­ριο”. Το νέ­ο ε­πώ­νυ­μο του δι­νό­ταν α­πό τον εκ­κλη­σια­στι­κό τί­τλο “Οι­κο­νό­μος” που του εί­χε α­πο­νε­μη­θεί.
Ο Πα­πα-Χρή­στος Ρό­ζος ή Πα­πα­χρι­στά­κης, ή­ταν έ­ντο­νη προ­σω­πι­κό­τη­τα με με­γά­λο πό­θο για ε­λευ­θε­ρί­α και πριν την ε­πα­νά­στα­ση τις Κυ­ρια­κές στον Α­ϊ Νι­κό­λα με­τά τη λει­τουρ­γί­α (δεν εί­χε κτι­στεί α­κό­μα η Πα­να­γί­α), έ­βγα­ζε λό­γους κα­τά των Τούρ­κων. Ένα προεπαναστατικό γεγονός που συνέβη με το Παπαχριστάκη λέγεται μέχρι και σήμερα.
Τότε που οι ει­σπρά­κτο­ρες των φό­ρων έ­φτα­ναν στην Βερ­γου­βί­τσα, οι κά­τοι­κοι για να μην πλη­ρώ­σουν έ­φευ­γαν α­πό το χω­ριό και κρύ­βονταν στο δά­σος της Ευ­ρω­στί­νας έ­ως ό­του φύ­γουν. Μί­α α­πό τις φο­ρές αυ­τές ο Πα­πα­χρι­στά­κης, που κου­βα­λού­σε πά­ντα μα­ζί και το κα­ρυο­φύλ­λι του, την ώ­ρα που έ­φτα­ναν οι ει­σπρά­κτο­ρες με το Τουρ­κι­κό α­πό­σπα­σμα, έ­ρι­ξε μια του­φε­κιά και α­να­στά­τω­σε τους Τούρ­κους. Ε­πει­δή σε κά­θε χω­ριό υ­πήρ­χαν και α­δύ­να­μοι χα­ρα­κτή­ρες, οι Τούρ­κοι έ­μα­θαν γρή­γο­ρα για τον Πα­πά και τον συ­νέ­λα­βαν. Τον φόρ­τω­σαν με έ­να λι­θά­ρι 80 κι­λών και τον ο­δη­γού­σαν πε­ζό προς τα Αρ­φα­ρά (Α­μπε­λό­κη­ποι) που ή­ταν η έ­δρα της διοί­κη­σης των Τούρ­κων. Μό­λις το έ­μα­θε ο α­δελ­φός του Γιώρ­γης πρό­λα­βε με το ά­λο­γό του το α­πό­σπα­σμα προ­τού φτά­σουν στα Αρ­φα­ρά, δω­ρο­δό­κη­σε τους Τούρ­κους και τον ά­φη­σαν ε­λεύ­θε­ρο. Μό­λις ε­λευ­θε­ρώ­θη­κε ο Πα­πα­χρή­στος έ­δω­σε το κα­ρυο­φύλ­λι του που εί­χε πι­βούς και κο­κό­ρια α­ση­μέ­νια δώ­ρο στο α­δελ­φό του Γιώρ­γη. Το κα­ρυο­φύλ­λι αυ­τό το εί­χε στο σπί­τι του μέ­χρι τα τε­λευ­ταί­α χρό­νια ο Αγ­γε­λής Γ. Ρό­ζος, μά­λι­στα του εί­χε μεί­νει μέ­χρι τό­τε το χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό πα­ρα­τσού­κλι ¨Πα­πα­διά¨ που ε­ξη­γεί κα­τα­φα­νέ­στα­τα τον αρ­χι­κό ι­διο­κτή­τη. Τον Ιού­λιο του 1941 με­τά α­πό κά­ποια προ­δο­σί­α το ό­πλο αυ­τό το πα­ρέ­δω­σε ο Αγ­γε­λής Ρό­ζος στους Ι­τα­λούς.
Ο Πα­πα­-Χρή­στος Ρό­ζος εί­χε ένα γιο τον Πα­να­γή και μια κό­ρη την Κα­τε­ρί­νη.
Ο Πα­να­γής εί­χε γιούς το Βα­σί­λη το Γιάν­νη και τον Αγ­γε­λή. Ως α­δελ­φούς τους α­να­φέ­ρει το 589 συμ­βό­λαιο του συμ­βο­λαιο­γρά­φου Φελ­λό­ης Χρήστου Ρη­γό­που­λου το 1899. Ε­πί­σης α­πό το 4942 συμ­βό­λαιο του συμ­βο­λαιο­γρά­φου Αι­γεί­ρας Βα­σι­λεί­ου Μα­ρα­γκό­που­λου το 1902, ο Βα­σί­λειος Ρό­ζος φαί­νε­ται μό­νι­μος κάτοι­κος Βερ­γου­βί­τσας. Α­πό­γο­νοι του Βα­σί­λη και Γιάν­νη Ρό­ζου με­τοί­κη­σαν περί το 1905 στην Βλο­βο­κά- Αι­γές.
Σή­με­ρα οι Ρο­ζέ­οι της Βλο­βο­κάς έ­χουν με­τοι­κή­σει σε Α­θή­να Πά­τρα και Αί­γιο.
Ο Αγ­γε­λής Ρό­ζος εί­χε μί­α κό­ρη την Λε­μο­νιά και δύ­ο γιους τον Α­ρι­στεί­δη και τον Λου­κά. Τη Λε­μο­νιά ως θυ­γα­τέ­ρα Αγ­γε­λή Ρό­ζου την α­να­φέ­ρει το 6984 συμ­βό­λαιο του συμ­βο­λαιο­γρά­φου Φελ­λό­ης Χρή­στου Γιαν­νού­λη το 1887, η ο­ποί­α ή­ταν σύ­ζυγος Πα­να­γή Πα­πα-Χρή­στου α­πό τα Γκου­μέ­ϊ­κα Κρα­θί­ου. Το 581 συμ­βό­λαιο του συμ­βο­λαιο­γρά­φου Φελ­λό­ης Παύ­λου Α­να­γνω­στό­που­λου το 1919, α­να­φέ­ρει την οι­κί­α του Α­ρι­στεί­δη Α. Ρό­ζου στην πε­ριο­χή Ρο­ζέ­ϊ­κα του Δή­μου Αι­γεί­ρας 
{Ο Α­ρι­στεί­δης εί­χε σπί­τι και στην Αι­γεί­ρα στα Ρο­ζέ­ϊ­κα}.
Α­πό­γο­νοι του Α­ρι­στεί­δη Α Ρό­ζου με­τοί­κη­σαν στα Μπο­ζα­ϊ­τι­κα Πα­τρών.
Ο Λου­κάς Ρό­ζος (1868) σε η­λι­κί­α 38 ε­τών το 1906, έ­γι­νε οι­κο­νο­μι­κός με­τα­νά­στης στην Α­με­ρι­κή. Ε­πέ­στρε­ψε ό­μως και έ­με­νε στην Βερ­γου­βί­τσα. Α­πό­γο­νοι του Λου­κά Α. Ρό­ζου φέ­ρουν και το πα­ρα­τσού­κλι κα­πο­νά­δες. Με­ρι­κοί εί­ναι α­κό­μα κά­τοι­κοι Βερ­γου­βί­τσας αλ­λά έ­χουν δια­φο­ρε­τι­κό ε­πώ­νυ­μο.
Γε­ώρ­γιος Β. Ρό­ζος (1764-1845)
Ο Γιώρ­γης έ­μα­θε α­νά­γνω­ση και γρα­φή στην Μο­νή Α­γί­ων Α­πο­στό­λων* που υ­πα­γό­ταν στην κοι­νό­τη­τα Πε­ρι­θω­ρί­ου, και ή­ταν προ­ε­στός του χω­ριού. Με­τά την α­πε­λευ­θέ­ρω­ση διε­τέ­λε­σε δή­μαρ­χος για αρ­κε­τά χρό­νια. Ως δή­μαρ­χο τον α­να­φέ­ρουν τα υπ. α­ριθ. 147 και 200 του έ­τους 1838 συμ­βό­λαια του συμ­βο­λαιο­γρα­φού­ντος Ει­ρη­νο­δί­κη Νω­νά­κρι­δος Γ. Οι­κο­νο­μό­που­λου.
Όταν έ­γι­νε Δή­μαρ­χος Φελ­λό­ης το πρώ­το μέ­λη­μά του ή­ταν να βο­η­θή­σει τους α­γω­νι­στές του 21 και να συ­ντα­ξιο­δο­τη­θούν τα θύ­μα­τα ό­πως οι χή­ρες Β. Μητ­τά, Ζή­ρου, Ράλ­λη α­πό την Βερ­γου­βί­τσα. Η Ζή­ραι­να με την σύ­ντα­ξη έ­κτι­σε τριώ­ρο­φο κτί­ριο στα Ρο­ζιά­νι­κα που κά­η­κε. Πά­λι ό­μως με την συν­δρο­μή του Δη­μάρ­χου έ­κτι­σε νέ­ο που κα­τε­δα­φί­σθη­κε α­πό το Χρή­στο Α­να­στα­σό­που­λο το 1980. 
Το 1848 ο Γιώρ­γης Π. Ρό­ζος με την συν­δρο­μή ό­λων των κα­τοί­κων του χω­ριού έ­φτια­ξε τον πε­ρι­καλ­λή να­ό ¨Κοί­μη­σης Θε­ο­τό­κου¨* έ­ξω α­πό το χω­ριό, με τοι­χο­γρα­φί­ες, ε­πί­χρυ­σο τέ­μπλο και σκε­πή στε­ρε­ω­μέ­νη σε κο­λό­νες. (Οι κο­λώ­νες σήμερα έ­χουν κα­τε­δα­φι­στεί και οι ει­κό­νες έ­χουν κλα­πεί.
Έ­κτι­σε και το εκ­κλη­σά­κι του Α­ϊ Γιάν­νη στην Αι­γεί­ρα που ή­ταν στο πί­σω μέ­ρος ό­που βρί­σκο­νται σή­με­ρα τα σπί­τια Σω­τή­ρη και Χρι­στό­φο­ρου Ρό­ζου. Στα 1930 με­τα­φέρ­θη­κε στην ση­με­ρι­νή του θέ­ση με­τά α­πό δω­ρε­ά του χώ­ρου α­πό τον Κων/νο Γ. Ρό­ζο.
Πε­ρισ­σό­τε­ρες πλη­ρο­φο­ρί­ες στο βι­βλί­ο του Χρή­στου Σα­μα­ρά ¨συ­νο­πτι­κή ι­στο­ρί­α του Μο­να­στη­ρί­ου και της Πα­να­γί­ας της Βερ­γου­βι­τσιώ­τι­σας¨).
{ Ιστορικό ίδρυσης του Ιερού Ναού
1848 ανεγέρθηκε για τρίτη φορά ο Ναός, το τέμπλο και το κωδωνοστάσιο.
1852 φυτευτήκαν οι μεγάλοι κυπάρισσοι.
1864 κτίσθηκε η μάνδρα και φυτεύτηκαν οι μικροί κυπάρισσοι εντός αυτής.
1875 έγινε ο δρόμος από το προσκυνητάρι μέχρι το Ναό και φυτεύτηκαν οι κυπάρισσοι αριστερά και δεξιά.
1878 ανεγέρθηκε το προσκηνητάρι.
1889 έγινε το νεκροταφείο.
1891 έγινε το καμπαναριό.
1901 αγοράστηκαν οι καμπάνες 352 και 395 κιλών.
1920 αγοράστηκε ο επιτάφιος.
1925 φυτεύτηκαν πεύκα.
1926 ανοίχθηκε το πηγάδι.
1927 κατασκευάστηκαν τα στασίδια της εκκλησίας.
1998 ανεγέρθηκε νέος ξενώνας}

Τα δύ­ο α­δέλ­φια Γιώρ­γης και Πα­πα Χρή­στος που έ­ζη­σαν πριν την ε­πα­νά­στα­ση εί­χαν μέ­σα τους ζω­ντα­νό τον πό­θο της α­πε­λευ­θέ­ρω­σης. Με την ί­δρυ­ση της Φι­λι­κής Ε­ται­ρί­ας έ­γι­ναν μέ­λη και προ­σέ­φε­ραν χρή­μα­τα στον α­γώ­να (βι­βλί­ο του Π. Σω­τη­ρό­που­λου “Πα­να­γιώ­της Γωρ­γιά­δης – Σε­λια­νί­της έ­να ά­γνω­στος Φι­λι­κός” ό­που φαί­νε­ται α­πό το κα­τά­στι­χο του Γε­ωρ­γιά­δη σελ. 22, που ση­μεί­ω­νε χρή­μα­τα που ε­λάμ­βα­νε α­πό διά­φο­ρους για τον α­γώ­να, το ε­ξής κεί­με­νο:
“1821 Μαρ­τί­ου 29 ο­μο­λο­γί­α χρε­ω­στι­κή εις ε­μέ του Πα­πα-Χρή­στου και Γε­ωρ­γί­ου Ρο­ζέ­ων α­πό Βερ­γου­βί­τσα με διω­ρί­αν η­με­ρών εί­κο­σι πλη­ρω­μής δια ό­σα γρό­σια εις αυ­τήν φαί­νο­νται _ γρό­σια 200”.)
Ο συ­χω­ρια­νός των δύ­ο α­δελ­φών Γιωρ­γί­κος Οι­κο­νο­μό­που­λος που πέ­θα­νε το 1902 107 ε­τών, ή­ταν ζω­ντα­νή ι­στο­ρί­α και δι­η­γή­θη­κε για τον Πα­πα­χρι­στά­κη και το Γιώρ­γη Ρό­ζο στον Πα­πα­-Χρή­στο Οι­κο­νο­μό­που­λο (νε­ό­τε­ρος Πα­πάς που γνώ­ρι­ζε ο Χρή­στος Σα­μα­ράς).
Τον Γιωρ­γί­κο Α­να­γνώ­στου Οι­κο­νο­μό­που­λο α­να­φέ­ρει στο βι­βλί­ο ¨Κα­λα­βρυ­τι­νή Ε­πε­τη­ρίς¨ ο Γε­ώρ­γιος Πα­παν­δρέ­ου το 1896 ε­τών 102 ο ο­ποί­ος γρά­φει τα ε­ξής :
“Και ε­πί Τουρ­κο­κρα­τί­ας ο Δή­μος Φελ­λό­ης α­πο­τε­λού­σε ί­δια πε­ρι­φέ­ρεια την ο­ποί­α διεύ­θυ­νε το 1821 ο Μου­λά Για­κού­μπ τον ο­ποί­ο θυ­μό­ταν και ο νυν στην Βερ­γου­βί­τσα ζών 102 ε­τών γέ­ρο­ντας Γε­ώρ­γιος Α­να­γνώ­στου Οι­κο­νο­μό­που­λος, να δια­σκε­δά­ζει σε ελ­λη­νι­κό γά­μο που ή­ταν προ­σκα­λε­σμέ­νος και τρα­γου­δού­σε το ά­σμα της Ε­λέ­νης του Λι­μάζ α­γά α­πό το Λει­βάρ­ζι, ό­ταν οι Τούρ­κοι τον ει­δο­ποί­η­σαν να φύ­γει ε­σπευ­σμέ­νως διό­τι ε­ξερ­ρά­γη η ε­πα­νά­στα­ση”.Ο Γε­ώρ­γιος Β. Ρό­ζος εί­χε τρεις γιους. Τον Θα­νά­ση , τον Πα­ντε­λή και τον Α­πο­στό­λη.